Τόλης Νικηφόρου: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

2018-11-08 17:35

Τόλης Νικηφόρου: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Τόλης Νικηφόρου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1938, σπούδασε διοίκηση επιχειρήσεων και εργάστηκε κυρίως ως σύμβουλος εσωτερικής οργάνωσης επιχειρήσεων στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα και το Λονδίνο. Ως τώρα έχουν εκδοθεί 36 βιβλία του, 21 ποιητικά –μαζί με τη συγκεντρωτική έκδοση Ο πλοηγός του απείρου (2004) και τα Ίχνη του δέους, Επιλεγμένα ποιήματα 1966-2017 (2018)– και 15 πεζογραφίας (4 μυθιστορήματα, 8 συλλογές διηγημάτων και 3 παραμύθια για μεγάλους). Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε 10 ευρωπαϊκές γλώσσες και έχουν περιληφθεί σε πολλές ελληνικές και ξένες ανθολογίες, καθώς και στα κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας της μέσης εκπαίδευσης στην Ελλάδα και την Κύπρο. Για το παραμύθι του Σοτοσαπόλ ο χρυσοθήρας τού απονεμήθηκε το Βραβείο Μυθιστορήματος Επιστημονικής Φαντασίας της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς το 1989 και για τη συλλογή διηγημάτων του Ο δρόμος για την Ουρανούπολη το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος το 2009. Ο φιλόλογος και σκηνοθέτης Φώτης Συμεωνίδης γύρισε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο Σ’ αγαπώ – Ελογοκρίθη, η αλήθεια του ποιητή Τόλη Νικηφόρου, το οποίο προβλήθηκε με επιτυχία στο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης το 2015, σε διάφορα άλλα φεστιβάλ, σε πνευματικά κέντρα, βιβλιοθήκες, σχολεία, καθώς και από την ΕΡΤ3 το 2017. Το πρόσφατο βιβλίο του Ίχνη του δέους, Επιλεγμένα ποιήματα 1966-2017 (Εκδόσεις Ρώμη, 2018) στάθηκε η αφορμή για τη συζήτησή μας.

Ποια ήταν τα πρώτα σας διαβάσματα;

Από τα παιδικά μου χρόνια υπήρξα αχόρταγος αναγνώστης κάθε είδους εντύπου. Στα δέκα-δώδεκά μου χρόνια, είχα ξεσκονίσει στοίβες λαϊκών περιοδικών, τον Θησαυρό, το Ρομάντζο και το Μπουκέτο, καθώς και αστυνομικά διηγήματα στο περιοδικό Μάσκα, που δανειζόμουν με δύο δραχμές από το περίπτερο της γωνίας. Όταν γύριζε ο πατέρας στο σπίτι το μεσημέρι, έτρεχα να αρπάξω από τα χέρια του την εφημερίδα για να τη διαβάσω πρώτος εγώ. Ανακάλυψα ανάμεσα στα λίγα βιβλία του σπιτιού, στα τέλη της δεκαετίας του 1940, τους Άθλιους του Βίκτωρος Ουγκώ στην περίφημη μετάφραση του Μάρκου Αυγέρη σε πέντε τόμους. Έτσι, από το σακίδιο του πατέρα μου στη Μικρασιατική Εκστρατεία, οι Άθλιοι κατέληξαν στα παιδικά μου χέρια και με μάγεψαν. Διάβασα το βιβλίο πολλές φορές και έμαθα απέξω κάθε λεπτομέρεια της μάχης του Βατερλώ, των συγκρούσεων στα οδοφράγματα, της ζωής και της πράξης του Γιάννη Αγιάννη. Τα παραδείγματα του επισκόπου Μυριήλ, του Ενζολωρά, του ίδιου βέβαια του Γιάννη Αγιάννη και άλλων προσώπων του βιβλίου, έπαιξαν έναν σημαντικό, ίσως καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου!

Και η πρώτη σας επαφή με την ποίηση;

Στα δεκαπέντε μου χρόνια μπήκα στη μεγάλη βιβλιοθήκη του Κολλεγίου Ανατόλια και χώθηκα ανάμεσα στα ράφια με τα βιβλία. Ξεφύλλιζα το ένα, χάιδευα το άλλο, διάβαζα τα καρτελάκια με παράξενα ονόματα από τη Μικρά Ασία. Εκεί ανακάλυψα την πατρίδα μου και τον προορισμό μου στη ζωή. Και αποφάσισα να διαβάσω όλα τα βιβλία της μεγάλης βιβλιοθήκης και μετά να γράψω κι εγώ ένα ράφι βιβλία. Τη συγκλονιστική αυτή εμπειρία περιγράφω στο διήγημα «Ένας κόσμος μυστηριώδης και μαγευτικός», που περιλαμβάνεται στη συλλογή διηγημάτων Νόστος, 2000. Εκεί έγινε και η πρώτη ουσιαστική επαφή μου με την ποίηση, ελληνική και ξενόγλωσση. Από τότε, μέσα σε κάθε βιβλίο που σχολείου που φαινόταν απέξω να διαβάζω, υπήρχε ένα λογοτεχνικό βιβλίο.

Πότε ξεκίνησε το ταξίδι σας στη συγγραφή;

Κατέληξα λοιπόν να γράφω τις καλύτερες εκθέσεις. Στην πέμπτη και έκτη γυμνασίου, στις 29 από τις 30 εκθέσεις που είχαμε γράψει, η καλύτερη ήταν η δική μου. Έμπαινε ο αγαπημένος μας φιλόλογος Τάσος Γεωργοπαπαδάκος στην τάξη και έλεγε: «Η καλύτερη έκθεση ήταν του τάδε. Μετά την έκθεση του Νικηφόρου, βέβαια!» Κάτι ανάλογο έγινε και στην αγγλική γλώσσα. Ενώ βέβαια στη Φυσική και τη Χημεία μόλις και μετά βίας περνούσα. Έγραφα ποιήματα και διηγήματα από τότε και ήμουν τακτικός συνεργάτης του περιοδικού του Κολλεγίου, στο οποίο δημοσιεύονταν. Ένα ποίημά μου για την Κύπρο διαβάστηκε μπροστά σε ολόκληρο το σχολείο, ενώ το 1957 πήρα το πρώτο βραβείο στον ετήσιο διαγωνισμό του σχολείου με το διήγημά μου «Η ώρα της δημιουργίας».

Εγώ μάλιστα υποστηρίζω ότι η ποίηση είναι σε καθοριστικό βαθμό ένα ερωτικό ψυχικό φαινόμενο, ενώ η πεζογραφία μια λειτουργία της λογικής.

Και οι πρώτες δημοσιεύσεις;

Άργησαν κάπως, από τις δύσκολες συνθήκες της ζωής μου. Το 1966 εκδόθηκε το μεγάλο ποίημά μου Οι Άταφοι και τότε ακριβώς φύγαμε μαζί με τη Σοφία στην Αθήνα, εκεί μας βρήκε η Δικτατορία, και το φθινόπωρο του 1967 φύγαμε για το Λονδίνο με πρόσκληση εργασίας από την εταιρεία Κράισλερ, στην οποία είχα εργαστεί στη Θεσσαλονίκη μετά την τράπεζα. Στα τέσσερα χρόνια που μείναμε εκεί έγραψα τη συλλογή διηγημάτων Αλμπατζάλ ή Πώς βούλωσα τα μεγάφωνα, που εκδόθηκε με την επιστροφή μας στη Θεσσαλονίκη το 1971. Και ακολούθησε μια κανονική ροή συλλογών διηγημάτων, έως ότου το 1979 γίνει η εκρηκτική και οριστική επάνοδός μου στην ποίηση με τέσσερις συλλογές μέσα σε τέσσερα χρόνια. Δημοσιεύσεις σε λογοτεχνικά περιοδικά άρχισαν στις αρχές της δεκαετίας του 1970, κυρίως στη Νέα Πορεία του Τηλέμαχου Αλαβέρα αλλά και στις Παρουσίες, τη Λέξη, το Ζιζάνιο και σε άλλα λογοτεχνικά περιοδικά.

Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί η συλλογή σας Ίχνη του δέους;

Το 2004 είχε εκδοθεί από τη Νέα Πορεία η συγκεντρωτική των ποιημάτων μου Ο πλοηγός του απείρου, Ποιήματα 1966-2002. Ακολούθησαν πέντε νέες ποιητικές συλλογές μου. Είχε φτάσει ο χρόνος για μια συγκεντρωτική έκδοση του συνόλου της ποιητικής παραγωγής μου ή για επιλεγμένα ποιήματα από το σύνολο. Ρώτησα φίλους και γνωστούς, τον εκδότη μου Κώστα Κρεμμύδα κ.ά., και όλοι με προέτρεψαν να προτιμήσω τα επιλεγμένα ποιήματα. Εκεί επάνω ο Πέτρος Γκολίτσης, ποιητής, ζωγράφος, κριτικός και επιμελητής αυτής της σειράς στις Εκδόσεις Ρώμη, μου ζήτησε ακριβώς αυτό. Έτσι λοιπόν έκανα εγώ την αρχική επιλογή, εκείνος μετά πρόσθεσε αρκετά ποιήματα και καταλήξαμε στην έκδοση του βιβλίου που φέρει τον τίτλο Ίχνη του δέους, Επιλεγμένα ποιήματα 1966-2017, με λίγο περισσότερα από το ένα τρίτο των ποιημάτων που έχω γράψει συνολικά ως τώρα.

Γράφετε: Εγώ δεν γράφω στίχους/ δεν τραγουδάω/ σαν προαιώνιος κατακλυσμός/ κλονίζω τα ίδια φράγματα/ σαν την πανούργα θάλασσα. Η ποίηση είναι μια μορφή έκφρασης του εσωτερικού συναισθηματικού κόσμου;

Φυσικά είναι. Εγώ μάλιστα υποστηρίζω ότι η ποίηση είναι σε καθοριστικό βαθμό ένα ερωτικό ψυχικό φαινόμενο, ενώ η πεζογραφία μια λειτουργία της λογικής. Εμπεριέχουν βέβαια η μία στοιχεία της άλλης, αλλά το καθοριστικό στοιχείο στην ποίηση είναι η κορύφωση του συναισθήματος ή η έντεχνη εκφόρτιση της ψυχικής ουσίας.

Λέτε: Θα φύγω μόνος/ ν’ ακολουθήσω τους μυστικούς μου δρόμους/ να ταξιδέψω στ’ άστρα/ να φλέγομαι μετεωρίτης στον αιώνα/ σ’ άγνωστες διαστάσεις. Μπορεί το έργο των ποιητών να είναι παρεμβατικό για την κοινωνία;

Σ’ έναν μικρό βαθμό, ναι. Ιδίως τώρα με το διαδίκτυο, που έχουμε πρόσβαση σε ένα ευρύτερο κοινό. Στη μεταπολίτευση πιστεύαμε, εγώ με πάθος ως ακτιβιστής της Αριστεράς, ότι θα αλλάξουμε τον κόσμο. Τώρα πλέον δεν μπορούμε να τρέφουμε παρόμοιες αυταπάτες. Η ποίηση είναι ένα ερωτικό φαινόμενο της ψυχής και, από την ίδια τη φύση του φαινομένου, οι αναγνώστες της είναι περιορισμένοι. Σε σύγκριση μάλιστα με το αναγνωστικό κοινό της πεζογραφίας, είναι ελάχιστοι. Η ποίηση βρίσκεται ουσιαστικά εκτός του εμπορικού κυκλώματος ή, όπως έλεγε ο Θανάσης Κωσταβάρας: «σαν τον παράνομο Τύπο πρέπει να κυκλοφορεί η ποίηση, από χέρι σε χέρι».

Με συγκίνησε το ποίημα «Υστεροφημία»: Από τις λέξεις μου να απομείνει/ ό,τι ακριβώς θα απομείνει κι από μένα… Τι μένει, αλήθεια, από το έργο του ποιητή μετά το πέρασμα των χρόνων;

Τίποτα απολύτως! Για μερικά χρόνια ίσως μείνουν μερικά βιβλία μας, μερικά ποιήματα σε ανθολογίες, κάποια ίχνη μας. Με την πάροδο όμως του πανδαμάτορος, δεν θα απομείνει απολύτως τίποτα. Εδώ χάθηκαν ολόκληροι πολιτισμοί, η προσωπική μας ματαιοδοξία θα επιβιώσει;

Διαβάζουν σήμερα οι Έλληνες ποίηση;

Διαβάζουν σε μεγαλύτερο βαθμό από άλλοτε. Σε αυτό έχει συμβάλει σημαντικά το διαδίκτυο και τα ηλεκτρονικά περιοδικά. Αλλά και πάλι, όπως ανέφερα και νωρίτερα, το αναγνωστικό κοινό της ποίησης είναι περιορισμένο. Αυτό είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο γιατί, είτε το θέλουμε είτε όχι, η ποίηση είναι η αριστοκρατικότερη των τεχνών.

Το διαδίκτυο και οι ηλεκτρονικές εκδόσεις θα υπάρχουν παράλληλα, αλλά το χαρτί είναι πλάσμα ζωντανό και ο καλός αναγώστης έχει μια ερωτική σχέση με το βιβλίο, μια σχέση με όλες τις αισθήσεις του.

Πολλοί νέοι γράφουν ποίηση. Το όνειρό τους είναι να εκδοθούν οι στίχοι τους. Παλιότερα περίμεναν με αγωνία να αποκτήσει οντότητα η πρώτη τους ποιητική συλλογή. Σήμερα ανεβάζουν τα ποιήματά τους στο διαδίκτυο. Αυτή η εξέλιξη μπορεί να βοηθήσει την ποίηση;

Πιστεύω ότι υπάρχουν θετικά και αρνητικά στοιχεία, αλλά το ισοζύγιο είναι θετικό. Η πρώτη διέξοδος μπορεί να είναι το διαδίκτυο με όλες του τις αδυναμίες. Η ευκαιρία να εκφραστεί ελεύθερα ο νέος και ο όχι και τόσο νέος και να εμφανιστουν νέα ταλέντα μέσα στον σωρό των σκουπιδιών.

Άρα η έκδοση ενός βιβλίου εξακολουθεί να είναι η ασφαλέστερη οδός;

Χωρίς καμία αμφιβολία. Το διαδίκτυο και οι ηλεκτρονικές εκδόσεις θα υπάρχουν παράλληλα, αλλά το χαρτί είναι πλάσμα ζωντανό και ο καλός αναγώστης έχει μια ερωτική σχέση με το βιβλίο, μια σχέση με όλες τις αισθήσεις του. Έχω μάλιστα γράψει ένα ποίημα για το γεγονός αυτό με τίτλο «Ύμνος ερωτικός» προς το μολύβι και το χαρτί και την κοινή καταγωγή μας, το δάσος.

Έχετε και ένα ιστολόγιο που αναφέρεται στην ποίηση, με τον τίτλο: «Ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη». Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια γι’ αυτό;

Το 2008, δηλαδή πριν από δέκα χρόνια, μου κατέβηκε ξαφνικά η ιδέα να δημιουργήσω μια ηλεκτρονική ανθολογία της ποίησης. Αυτό σε συνεργασία με τη φίλη μου Λίνα Παπαδοπούλου από την Αθήνα και με την πολύτιμη συμβολή μιας άλλης φίλης, της ποιήτριας Τζούλιας Φορτούνη. Προχώρησα λοιπόν και, ως τώρα, έχω ανθολογήσει περί τους 500 ποιητές με πάνω από 3.000 ποιήματα σε 14 θεματικές ενότητες, όπως «Έρωτας και αγάπη» (η πιο δημοφιλής), «Χρόνος και μνήμη», «Κοινωνία και επανάσταση» κ.ο.κ. Ο ωκεανός της ποίησης δεν εξαντλείται βέβαια με τίποτα, και μάλιστα σε ένα απλό ιστολόγιο. Εγώ όμως συνεχίζω και θα συνεχίσω όσο αντέχω, στην ηλικία που έχω πια φτάσει. Ας σημειωθεί ότι διατηρώ τρία ιστολόγια ακόμη και κάνω τακτικές αναρτήσεις ποιημάτων μου στο Facebook.

Ποια ποιητική συλλογή έχετε δίπλα στο μαξιλάρι σας;

Τη συλλογή της μνήμης μου. Δηλαδή, όλα τα ποιήματα που ιδιαίτερα αγαπώ και ξέρω απέξω, δικά μου και άλλων ποιητών, Ελλήνων και ξένων. Πολλές φορές το βράδυ, πριν κοιμηθώ, ψιθυρίζω στον εαυτό μου μερικά από αυτά. Έτσι, για απόλαυση, για παρηγοριά. Για ένα χάδι στον ταλαιπωρημένο μου εαυτό.

Ένα αγαπημένο σας ποίημα;

«Και πάλι εγώ στο τίποτα θα υπάρχω»: Όταν το κάτι αυτό, το οτιδήποτε, για μένα θα τελειώσει/ και πάλι εγώ στο τίποτα θα υπάρχω/ θα είμαι εκείνο που τα μάτια σας θαμπώνει/ το ύψιλον στα μυστικά, στη νύχτα, στην ψυχή/ η απαλή καμπύλη στο αύριο/ το χι στο χάδι ή στο χώμα της πατρίδας σας./ Όταν το κάτι αυτό/ το μάταιο οτιδήποτε τελειώσει/ η αγάπη ξεχασμένη θα υπάρχει/ θα σας αγγίζει απαλά/ θα σας ζητάει χαμογελώντας/ το αδύνατο.

 

Ίχνη του δέους
Επιλεγμένα ποιήματα 1966-2017
Τόλης Νικηφόρου
Ρώμη
296 σελ.
ISBN 978-618-5321-40-6
Τιμή €15,00
001 patakis eshop

 

 

 

πηγή : diastixo.gr