Ποίηση-Αρετή Γκανίδου: «Χαράζει ο άλλος μου εαυτός» κριτική της Κούλας Αδαλόγλου

2016-09-29 15:33
Χαράζει ο άλλος μου εαυτός Αρετή Γκανίδου Μελάνι


Η δεύτερη συλλογή της Αρετής Γκανίδου Χαράζει ο άλλος μου εαυτός (η πρώτη: Ορυκτό φως, εκδ. Μελάνι, 2011) αγγίζει ένα δύσκολο και ολισθηρό θέμα: την κακοποίηση, με κάθε τρόπο, των γυναικών. Ανοίγει με ένα κομμάτι εισαγωγικό στο θέμα της όλης ποιητικής σύνθεσης, που θεωρώ ότι εκτείνεται ως και το ποίημα «Άρατε πύλας». Στη συνέχεια, μονόλογοι γυναικών, από διάφορες ηλικίες και με διαφορετική καταγωγή, που βιάστηκαν, κακοποιήθηκαν, εξωθήθηκαν στην πορνεία. Απαιτητικό θέμα για να το αγγίξεις με ποίηση.

Η γραφή, μέσα από τις εικόνες, τις μεταφορές, τις περιγραφές, τα στιγμιότυπα, κουβαλάει ένα φορτίο σημασιολογικό βαρύ. Καταφέρνει να αποδώσει λεπτές αποχρώσεις, φέτες ζωής, φέτες απελπισίας.

Στο εισαγωγικό τμήμα ο λόγος ανοιχτός, όχι μεγαλόστομος, αλλά λόγος που ακουμπά σε ποιητική έκφραση προφητική, βιβλική, καταγγελτική.

Άρατε πύλας/ Να ξεχυθεί το σκότος απ’ το στόμα μου/ [...]
Βλέπω τον κόσμο ίσκιο αγκαθωτό/ Οι αιχμές του δέρνουν τον αέρα/ [...]
Άρατε πύλας οι αρχόντισσες/ Να ξεχυθεί η μαύρη οργή/ με κέρατα κι οπλές.
(«Άρατε πύλας», σ. 10,11,12, αποσπάσματα)

Χαμηλώνει ο τόνος στη συνέχεια, σαν να χαμηλώνουν τα φώτα, σαν να λέγονται ψιθυριστά τα πάθη και ο πόνος των ανθρώπων. Ποιήματα με κοινό τίτλο «Υφήλιος», και διαφορετικούς υπότιτλους: «Καδοσένα», «Καδοσδύο», «Καδοσχί». Και ονόματα χωρών, πόλεων, τόπων. Και γυναικών. Που συνδυάζονται με τα ονόματα πόλεων: «Νέα Υόρκη- Σύλβια», «Θεσσαλονίκη-Μαρία». Κάτω από τον τίτλο «Υφήλιος» στεγάζονται τα ποιήματα με πρώτο συνθετικό το «Κάδος». Και κάτω από τα τρία ποιήματα με τον τίτλο «Ευρώπη-Δειγματισμός ημερών» στεγάζονται οι αναφορές στις μέρες μια εβδομάδας, ως το «Κυριακάτικο γεύμα». Όπου «Κάδος», γυναικείο σώμα, παραριγμένο, περιφρονημένο, γεμάτο με βρόμικα εκκρίματα, με ανεπιθύμητες οσμές, με αισθήματα σε αποσύνθεση. Σώμα που επιζητείται για να εκτονώσει και να κενώσει πάθη.

Στράγγιξε η ορμή μου στο χώμα/ βαριά απ’ την αλμύρα/ Δεν ξέρω ποιες χώρες αρδεύει/ σε ποιες άγνωστες γλώσσες ζητά ασυλία. («Καδοσένα», σ. 25)

Σαν μότο σε πολλά ποιήματα υπάρχουν αποσπάσματα από εφημερίδες, από ειδήσεις τηλεοπτικές, από εκπομπές κ.ο.κ., που αναφέρονται συγκεκριμένα σε μορφές και περιπτώσεις κακοποιημένων γυναικών. Οι αναφορές βέβαια γίνονται όχι αυτούσια. «Πειραγμένα» τα κείμενα, με παύσεις και αποσιωπητικά, υπαινίσσονται, χάσκουν, τρομάζουν με την ελλειπτικότητά τους, γίνονται σπαράγματα-στίχοι ποιημάτων.

Ο αναγνώστης γρήγορα παρατηρεί ότι υπάρχει, πέρα από τους μονολόγους, ένα κεντρικό ποιητικό υποκείμενο που αφηγείται και σχολιάζει. Με τη δική του οπτική σφραγίζεται όλη η σύνθεση, και αυτό οδηγεί την αφήγηση στην ολοκλήρωσή της.

Άλμα/ δεν ξέρω ισπανικά/ Πάψε να μου μιλάς/ Ξάπλωσε μέσα μου και πάψε/ Άκου τις καρακάξες/ Κοίτα τις ντοματιές/ Ή έστω τρέξε στα τσαΐρια. («Λουδίας [ή Καρασμάκι]», σ. 29)

Οργανωμένη δομή του ποιητικού έργου που, ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν δίνει την αίσθηση εγκεφαλικού κατασκευάσματος. Ισχυρές δικλείδες ασφαλείας ο λόγος και το ύφος της Γκανίδου. Που γράφει σαν να προσπαθεί να χαϊδέψει τις γυναίκες στις οποίες αναφέρεται. Σαν να προσέχει μη δώσει τον παραμικρό πόνο στην ήδη ταλαιπωρημένη τους ύπαρξη. Η δύναμη βρίσκεται στις λέξεις, στις εικόνες, στις περιγραφές. Απροσδόκητοι συνδυασμοί λέξεων, αντιθέσεις, λέξεις που πλάθονται από την ίδια:

Νοέμβρισαν ωστόσο για τα καλά οι έφηβοι. («Ελλάδα 2013», σ. 14)

Χαράζει ο άλλος μου εαυτός Αρετή Γκανίδου Μελάνι

Στοιχείο του ύφους και η απουσία στίξης, με τήρηση ωστόσο των πεζών και κεφαλαίων στην αρχή των στίχων που δηλώνουν την αρχή ή τη συνέχεια. Και ένας ρυθμός που νιώθεται έντονα στην ανάγνωση των ποιημάτων, και που ενισχύεται και με παύσεις-κενά στο εσωτερικό των στίχων.

Στέκομαι στις εικόνες του σπιτιού, τα βράδια κυρίως. Εκεί που οι γυναίκες στο σπίτι προσπαθούν να νιώσουν ατμόσφαιρα ηρεμίας και φροντίδας. Η ψευδαίσθηση της ήσυχης καθημερινότητας, της ρουτίνας ίσως, της επίπεδης ζωής, χωρίς πετάγματα μπορεί, αλλά ωστόσο της ανθρώπινης, της γαλήνιας. Μια ζωή που μπορεί να τις ρουφά και να τις καταπίνει, ταυτόχρονα όμως τις θωπεύει με μια μαυλιστική τρυφερότητα. Σαν ένα κουκούλι που μπορεί να κλείσει αυτές και μια οικογένεια. Σαν η βία και η ταπείνωση να είναι εκεί έξω, μακριά από αυτές.

Την έσπρωχνε αχαρτογράφητο ποτάμι/ κι όλο τον κόσμο έσπρωχνε/ σαν αχυράκια μες στο ρέμα του/ που όμως την έτρωγε η περιέργεια ν’ ανέβει. («Χειμωνιάτικο απόγευμα στο Βάλτο», σ. 18)

Ο κάμπος είναι το σταθερό υπόβαθρο. Ένα soundtrack που δίνει τον τόνο. Τα χρώματα, η υγρασία, η λάσπη. Το βούλιαγμα.

Το Φως αράδιασε τα όπλα του/Τράβηξε μια δαχτυλιά αστραφτερό λευκό/ μες στο χωράφι/ Πίσω στρατιές μεικτές τα μπλε και πράσινα/ απ’ όλες τις φυλές τους/ Καμπούριαζαν ανάμεσά τους λίγα καφετιά/ [...] όρμησαν στο ανύποπτο βλέμμα της/ και σάλεψαν οι βαθιές σκιές του. («Πρωινό στον κάμπο», σ. 19)

Η σιωπή-οι σιωπές. Οι ψίθυροι. Οι μυστικές κραυγές. Το λίγο άνθισμα.

Ο κάμπος γεννάει, μέσα από την απόλυτη ησυχία, μια κρυφή αναστάτωση. Σαν σφίξιμο στο στήθος. Σαν οργή. Τις νύχτες κυρίως.

Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό χωράει το σύμπαν. Όλη η οργή, ο πόνος, η θλίψη, τα ερωτηματικά για το θέμα της εκμετάλλευσης των γυναικών και την πορνεία («γυναίκες αναψυχής») αρθρώνεται μέσα από την ατμόσφαιρα του κάμπου. Του κάμπου της Ημαθίας, πιο συγκεκριμένα. Τον γνωρίζει τον κάμπο η Γκανίδου. Τον ζει. Ξέρει τις ανάσες του. Το σκοτάδι του αλλά και το φως που αχνοφέγγει. Η ατμόσφαιρα αυτή γίνεται το αλφάβητό της, για να συλλαβίσει έναν από τους μεγαλύτερους πόνους του κόσμου. Έμμεσα. Όχι κραυγαλέα. Αλλά πολύ αποτελεσματικά. Πολύ δυναμικά. Γιατί η διαμαρτυρία γίνεται ποίηση. Η γραφή, μέσα από τις εικόνες, τις μεταφορές, τις περιγραφές, τα στιγμιότυπα, κουβαλάει ένα φορτίο σημασιολογικό βαρύ. Καταφέρνει να αποδώσει λεπτές αποχρώσεις, φέτες ζωής, φέτες απελπισίας. Γήινα, χωρίς στόμφο, χωρίς οίηση. Ταπεινά το ποίημα αγγίζει τις κρυφές πληγές.

Η δύναμη βρίσκεται στις λέξεις, στις εικόνες, στις περιγραφές. Απροσδόκητοι συνδυασμοί λέξεων, αντιθέσεις, λέξεις που πλάθονται από την ίδια.

Έτσι προβάλλουν οι γυναίκες της. Τσακισμένα σώματα, διπλωμένες ψυχές. Που μιλούν με έναν λόγο καθαρό, σαν να τους δίνεται η χάρη να λυτρωθούν μέσα από τις λέξεις. Χαράζει ο άλλος τους εαυτός. Ο λόγος τις εξαγνίζει, μέσω της κεντρικής αφηγήτριας. Το ποίημα γίνεται το όχημα του εξαγνισμού.

Στάσου λοιπόν ορθό/ Με πρόσωπο σημαδεμένο/ έστω/ Στάσου ορθό Ποίημα με αστασία/ Κοίτα κατάματα τον εαυτό σου στον καθρέφτη/ Ας είναι τόσο ραγισμένος. («Μαλαισία», σ. 24)

Κι εκεί είναι που βαθμιαία γίνεται η εσωτερική ταύτιση των γυναικών με το κεντρικό ποιητικό υποκείμενο. Μιλώντας με τη φωνή του για τις πάσχουσες γυναίκες, αλλάζει, συνειδητοποιεί, οργίζεται, εκφράζεται: χαράζει και ο δικός της άλλος εαυτός.

Ματόφυλλα ταμπλαδωτά βαριά/ Όταν ανοίγουν/ πέφτει άλλο φως στο Βέρμιο/ και στον κάμπο/ χαράζει ο άλλος μου εαυτός. («Πακιστάν», σ.26)

Παρόλο που η ατομική συνειδητοποίηση μπορεί να σημαίνει κάποια ελπίδα, το πρόβλημα παραμένει. Σκοτεινό κλείσιμο της συλλογής.

Ο σιτιστής σκύβει πάλι στη σούπα του/ Μπας και νικήσει αυτήν την άγρια πείνα/ που απλώνεται στον κόσμο/ σαν λεκές... («Ο σιτιστής», σ. 45)

Ο εξαγνισμός, η εσωτερική ταύτιση, η συνειδητοποίηση. Ένα οξύ, παγκόσμιο κοινωνικό πρόβλημα στο οποίο η ποίηση προσφέρει τον οβολό της με λόγο δυνατό και ένα ιδιαίτερο ύφος.

Χαράζει ο άλλος μου εαυτός
Αρετή Γκανίδου
Μελάνι
48 σελ.
ISBN 978-960-591-034-1
Τιμή: €9,00
001 patakis eshop

 

Πηγή : diastixo.gr