Πεζογραφία | Ηλίας Λ. Παπαμόσχος: «Η μνήμη του ξύλου»

2020-03-05 18:11

Ηλίας Λ. Παπαμόσχος: «Η μνήμη του ξύλου»

Πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησε στο τελευταίο –βραβευμένο– βιβλίο του (αλλά και ολόκληρου του προηγούμενου έργου του), ο Καστοριανός συγγραφέας Ηλίας Παπαμόσχος παρουσιάζει ένα σύνολο πεζών κειμένων, εν είδει διηγημάτων, που και πάλι χαρακτηρίζονται από υπέρμετρο συναισθηματισμό και ποιητική προδιάθεση. Πράγματι, και επειδή ακόμη και οι αφηγητές φτάνουν σε τέτοια ηλικία κατά την οποία, είναι φυσικό, χάνουν τους υπερήλικες γονείς τους, και επειδή κανείς μας, και πολύ περισσότερο οι δημιουργοί αδυνατούν να αποδεχθούν το μοιραίο, ή τουλάχιστον τους στοιχίζει πολύ η απώλεια, ο Παπαμόσχος, αδιαφορώντας για δομικές κατασκευές, για ύφος και ατμόσφαιρα, ακόμη και για σφριγηλή γλωσσική εκφορά, δημοσιοποιεί το δράμα του, κοινωνεί την απουσία και τη ζωή μετά από αυτήν, σε σημείο που το βιβλίο να λαμβάνει χροιά θανατική, χρώμα θρηνητικό και παράλληλα ίσως εμβληματική ρεαλιστική εκδοχή του θανάτου, όπως την προσλαμβάνουν οι μένοντες πίσω, οι στενοί συγγενείς και φίλοι, όσοι τέλος πάντων συμπαρίστανται στο πένθος. Με αυτή τη λογική γίνεται αμέσως φανερό πως ο Παπαμόσχος, αυτή τη φορά, βάζει στα κείμενά του περισσότερο μύθο, δημιουργεί μια έντονη πλοκή –όπου το συναίσθημα είναι βέβαια κυρίαρχο– με δυο λόγια, αν αφαιρέσει κανείς το διήγημα-αφιέρωμα στη γενέθλια πόλη και ένα ή δύο ακόμη αυτής της προοπτικής, γράφει μεν με την ψυχή, γράφει με το μελάνι βουτηγμένο στο αίμα, στην ουσία όμως κάτι περιγράφει, κάτι αναλύει, έστω σε δύο σελίδες, κάτι εν προκειμένου τον απασχολεί ιδιαίτερα και θέλει να το μοιραστεί μαζί μας εν είδει λογοτεχνικής ταύτισης. Τα έντονα φιλοσοφικά αλλά και πεζοποιητικά προβλήματα, που εν συνόλω τον ερέθιζαν στα άλλα του βιβλία, εδώ υποχωρούν, είναι τελικά μειοψηφία στην καταγραφή τη θεματική, κάνοντας μεγάλη στροφή (παρά τη διατήρηση της μινιμαλιστικής άποψης στην παράθεση ιστοριών που κατά τον ίδιο έχουν αξία να λεχθούν), πετυχαίνοντας ένα αποτέλεσμα, το οποίο δεν διαφέρει από τις προηγούμενες καταθέσεις, είναι όμως σαφέστατα πιο πρωτόγνωρο, πιο κοντά στην πεζογραφία, πιο αυθόρμητο στην εκφορά, πιο τετελεσμένο στη θέση του.

Το υπαινιχθήκαμε ήδη, ας αναλύσουμε όμως τις σκέψεις μας, όσον αφορά την τεχνική εκφοράς της πεζογραφίας του Παπαμόσχου, κατά πόσο δηλαδή τα συγκεκριμένα κομμάτια αποτελούν διηγήματα ή όχι. Χωρίς να θέλω να μειώσω (το αντίθετο μάλιστα, τα κείμενα του συγκεκριμένου δημιουργού μού αρέσουν ιδιαίτερα, γι’ αυτό τα παρακολουθώ τώρα πάνω από μια δεκαπενταετία) τον τρόπο της παράθεσης (αυτή η διαφορά από την πεπατημένη με ιντριγκάρει πολλαπλώς), δεν έχουμε λοιπόν διηγήματα με την κλασική έννοια του όρου, αλλά αφαιρετικά χαρισματικές συνομιλίες και με την τέχνη αυτή καθ' αυτή αλλά παράλληλα και με τον δέκτη, ο οποίος οφείλει να προσαρμοστεί (για μιάμιση ή δύο ώρες) στον κόσμο του δημιουργού, ο οποίος και επιθυμεί ό,τι εκδίδει να γίνεται –όχι ίσως γεγονός, πάντως αδημονία για το τι αυτή τη φορά έχει σκαρφιστεί– αντικείμενο λόγου και διαλόγου, κριτικής αντιμετώπισης και παράλληλα αναγνωστικής απόλαυσης. Το γεγονός ότι εδώ δεν έχουμε κλασικά διηγήματα, το γεγονός ότι οι ήρωες παραμένουν λογοτεχνικά άξεστοι, καθώς δεν επιδέχονται κανενός είδους καλλωπισμό, το γεγονός ότι παρά την ψυχική βύθιση στα εσώτερά τους, σε μια προσπάθεια να τα γνωρίσει καλύτερα και ο ίδιος ο συγγραφέας αλλά και όλοι εμείς οι λήπτες, διατρέχοντας μία κάθε άλλο παρά εκστατική έμφαση, το γεγονός ότι δεν αναπτύσσονται διάλογοι ώστε να έχουμε θεατρικές εμπνεύσεις και κινηματογραφικές τεχνικές που να δεσμεύονται με το λογοτεχνικό προϊόν, τέλος το γεγονός ότι δύο σελίδες είναι κάτι παραπάνω από επαρκείς προκειμένου να ιστορήσεις ένα παραμύθι (αυτό ισχυρίζεται ο συγγραφέας ακολουθώντας χρόνια τώρα την ίδια πορεία) δεν μας εμποδίζει καθόλου να δούμε το τεράστιο ψυχικό μεγαλείο ενός ανθρώπου, μακριά από φώτα, δημόσιες σχέσεις και συνεντεύξεις, μακριά από το τέλμα της πρωτεύουσας, μακριά από εκεί που λαμβάνονται οι αποφάσεις, ο οποίος σε πείσμα όλων των καιρών συλλαμβάνει, γράφει και εκδίδει έστω για λίγους, έστω για μυημένους, έστω για ανισοβαρείς, έστω για λιγότερο ισορροπημένους, πάντως σίγουρα για εκείνους που ψάχνουν το διαφορετικό, το καινοφανές, το υποστηρικτικό, το επάλληλο. Το γεγονός, δηλαδή, που πολλοί προσάπτουν στον Παπαμόσχο ως αρνητικό, είναι αυτό που τον κάνει ιδιαίτερο, είναι εκείνο που τον πριμοδοτεί μεσούσης της συγγραφικής τους καριέρας, είναι εκείνο που τον κάνει ξεχωριστό, είναι εκείνο που χωρίς υπερβολή θα τον εντάξει στην ιστορία της σύγχρονης λογοτεχνίας ως τεχνικά άψογο και άφθαρτο, είναι εκείνο που θα μείνει για την αφηγηματική του διάσταση, για την ποιητική του πρόθεση, για τη ρεαλιστική του καταγραφή.

Είναι φορές που έχουμε τη διάθεση να χαθούμε σε βιβλία εκατοντάδων σελίδων, σε πραγματικούς και φανταστικούς κόσμους, σε εικόνες και καταστάσεις στις οποίες οι ήρωες κυριολεκτικώς απογειώνονται ή καταβυθίζονται, σε πρωταγωνιστές που μας γίνονται γνωστοί έως την τελευταία τους τρίχα στο κεφάλι, σε δράματα –ερωτικά, κοινωνικά ή επαγγελματικά– που εξελίσσονται μπροστά μας με όλες τους τις λεπτομέρειες, τέλος σε έργα μεγάλης πνοής, που αποζητούν την αποδοχή, γιατί φυσικά οι συγγραφείς τους έχουν κουραστεί αφάνταστα και για πολύ καιρό, με περικοπές της ατομικής και προσωπικής τους ζωής, ίσως ακόμη και της διασκέδασης. Και είναι φορές που επιθυμούμε κάτι σαν hpapamoshποιοτικό διάλειμμα, βιβλία της μιας ανάσας, της μικρής φόρμας, βιβλία που μας προβληματίζουν και μας συμπληρώνουν, που χωρίς υπερβολή θέτουν ζητήματα άλλα, ίσως το ίδιο τραγικά με τα πολυσέλιδα πάντως διαφορετικά και από εκεί ξεκινάμε την ανάγνωση, από εκεί το κλείσιμό τους, σε αυτό το πέρα από κάθε αμφισβήτηση, πρωτόγνωρο των εμπειριών –έστω και αν ο θάνατος αλλά και ο έρωτας είναι ό,τι περισσότερο έχει θεωρηθεί–, το πρωτοφανέρωτο της γραφής, το άπιαστο της σμίκρυνσης, το πώς με δύο λόγια μπορεί κάποιος να αφηγηθεί ένα στιγμιότυπο ή μια ζωή με ελάχιστες λέξεις. Ένα τέτοιο βιβλίο είναι αυτό του Ηλία Παπαμόσχου Η μνήμη του ξύλου, όπου μέσα από είκοσι ευσύνοπτα διηγήματα περιέρχεται ένα πρόσφατο παρελθόν και ένα δυσοίωνο παρόν, και ίσως ένα πιο παραθετικό μέλλον, το οποίο περιμένει όλους μας, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου, κοινωνικής θέσης, πολιτικής τοποθέτησης ή λογοτεχνικών ενδιαφερόντων, με τα οποία πάντα πορευόμαστε, με τα οποία πάντα συνυπάρχουμε.

 

Η μνήμη του ξύλου
Ηλίας Λ. Παπαμόσχος
Εκδόσεις Πατάκη
78 σελ.
ISBN 978-960-16-8511-3
Τιμή €7,90
001 patakis eshop

 

 

πηγή : diastixo.gr