Ο Δημήτρης Πολίτης σε α’ πρόσωπο

2018-11-01 18:18

Ο Δημήτρης Πολίτης σε α’ πρόσωπο

Φανταστείτε τον εαυτό σας κλεισμένο στο πιο κλειστοφοβικό, χαμηλοτάβανο κι απηρχαιωμένο ασανσέρ του κόσμου. Το ασανσέρ μπλοκαρισμένο σε επίπεδο -2 υπόγειο, η πόρτα να μην ανοίγει με τίποτα. Το ρεύμα να έχει διακοπεί. Πηχτή μαυρίλα παντού. Το κερασάκι στην τούρτα: το υπόγειο και το κουβούκλιο του ασανσέρ πλημμυρισμένα από αφρισμένα βρομόνερα που ξεχειλίζουν ξέφρενα κι ανεξέλεγκτα από τα φρεάτια του υπογείου, ανεβάζοντας τη στάθμη του νερού κάθε δευτερόλεπτο: το σκούρο καφετί υγρό να έχει ήδη φτάσει μέχρι το ύψος του στέρνου και να εξακολουθεί ν’ ανεβαίνει αργά κι απειλητικά στο σκοτάδι, έτοιμο να σε πνίξει, έτοιμο να σου στερήσει τα τελευταία κυβικά οξυγόνου και ζωής. Και στην περίπτωση που το ρεύμα επανέλθει, μόνη εκδοχή η ηλεκτροπληξία κι ο βέβαιος θάνατος. Αυτό ακριβώς έζησα κάποιο καλοκαίρι, αρκετά χρόνια πριν. Ιούλιος του 2006 ήταν, εδώ στις Βρυξέλλες. Μια φοβερή καλοκαιρινή καταιγίδα έπληξε την πόλη με όλη τη μανία της εκείνο το βράδυ, αφήνοντας πίσω της καταστροφή – όλη την ανατολική πλευρά της πόλης πλημμυρισμένη, κατεστραμμένες περιουσίες κι αυτοκίνητα, μαζί δυστυχώς με μερικούς νεκρούς και κάμποσους τραυματίες.

Τις μαύρες εκείνες στιγμές του φόβου και του πανικού, ανάμεσα στις χίλιες σκέψεις που κάλπαζαν στο μυαλό μου ανεξέλεγκτα, το μόνο που δε σκέφτηκα φυσικά ήταν να γράψω ένα βιβλίο. Μόνο ύστερα από μια μακρά περίοδο από επισκέψεις στον ψυχαναλυτή και την πάροδο αρκετού χρόνου, που βοήθησε κάπως να επουλωθούν οι πληγές αυτής της τραυματικής εμπειρίας, μου μπήκε αργά η ιδέα στο μυαλό να γράψω κάτι σχετικό. Ένα μυθιστόρημα ίσως, με ήρωες άτομα που είχαν μια παρόμοια εμπειρία στη ζωή τους. Ένα παρά τρίχα συναπάντημα με τον θάνατο. Και να το μετατρέψω σιγά σιγά σε μια λογοτεχνική διατριβή για την καρμική, την αναπόφευκτη σχέση του ανθρώπου με τον θάνατο. Όσο για το συγκεκριμένο περιστατικό, το συμπεριέλαβα –μάλλον ψυχοθεραπευτικά– στο δέκατο όγδοο κεφάλαιο αυτού του τελευταίου μυθιστορήματος, παρουσιάζοντάς το σαν προσωπική εμπειρία ενός από τους ήρωές μου. Γιατί μου άφησε ανεξίτηλα, βαθιά σημάδια χαραγμένα μέχρι σήμερα. Στην αρχή, μου δημιούργησε έναν ανεξήγητο θυμό, μια έλλειψη υπομονής και κατανόησης για τους άλλους. Μόνο ύστερα από χρόνια μπόρεσα να τον κατευνάσω και να καταλάβω ότι ήταν απόρροια κι αντίδραση στο σοκ και στην τραυματική εμπειρία. Εκδήλωση φόβου κι ανησυχίας για την ασφάλειά μου, την ύπαρξή μου, τη ζωή μου την ίδια.

Θα μπορούσε να πει κάποιος: «Αυτό βέβαια είναι εντελώς προσωπικό κι είναι κάτι που ο καθένας μας το αντιμετωπίζει εντελώς διαφορετικά». Συμφωνώ. Ο θυμός, όμως; Ε, λοιπόν, αυτός ο θυμός ήταν που με έκανε να προσπαθήσω να τον αναλύσω στο μυθιστόρημά μου, ν’ αναρωτηθώ για τα πραγματικά αίτια του θυμού γενικά. Δε χρειάζεται κανείς να πάει μακριά. Ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι με το κακάσχημο πρόσωπο του θυμού παντού. Στις καθημερινές κοινωνικές συναναστροφές, στην επικοινωνία μας με τους γύρω μας, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αξίζει τον κόπο όλος αυτός ο θυμός; Νομίζω πως όχι. Αντίθετα, πιστεύω ακράδαντα ότι το να προσπαθήσει κανείς να ελευθερωθεί, ν’ απαγκιστρωθεί από τον θυμό του/της είναι μια μεγάλη απελευθέρωση.

Την ίδια εποχή με το περιστατικό, έτυχε να μένω σε μια γειτονιά στις Βρυξέλλες όπου κάθε μέρα, πολύ νωρίς το πρωί, αναγκαζόμουν να πάρω το μετρό για τη δουλειά. Εκεί, στον σταθμό Rodebeeck ανακάλυψα τον Κηθ, τον κύριο ήρωα, αλλά κι όλους τους υπόλοιπους ήρωες και ηρωίδες του βιβλίου μου έναν έναν, μία μία ξεχωριστά. Παρατηρώντας διακριτικά κάθε πρωί τους άγνωστους συνταξιδιώτες και συνταξιδιώτισσές μου δίπλα μου, προσπαθώντας να μαντέψω τι ιστορίες μπορεί να κρύβει και να κουβαλάει καθένας και καθεμιά τους. Έτσι, εκτός από τον τίτλο Η επόμενη στάση, μου ήρθε στο μυαλό το δεύτερο στοιχείο της ιστορίας μου: το να προσπαθήσω να γράψω μια ιστορία της οποίας η σπονδυλική στήλη θα είναι το μετρό των Βρυξελλών. Μια ιστορία με πολύ διαφορετικούς κι ανόμοιους χαρακτήρες, ακριβώς σαν κι αυτούς που έβλεπα κάθε πρωί ολοζώντανους μπροστά μου. Κι έβαλα σαν πρόκληση στον εαυτό μου το να προσπαθήσω να τους ενώσω με κάποιον τρόπο, ν’ αποδείξω ότι όλοι κι όλες μας μπορεί να βρισκόμαστε πολύ πιο κοντά απ’ όσο νομίζουμε στον «θυμωμένο» άγνωστο ή τη «θυμωμένη» άγνωστη δίπλα μας. Για να αποδείξω στον αναγνώστη ότι αν κι αισθανόμαστε τόσο αποξενωμένοι κι αλλοτριωμένοι ο ένας από τον άλλο, ίσως να μην είναι έτσι.

Ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι με το κακάσχημο πρόσωπο του θυμού παντού. Στις καθημερινές κοινωνικές συναναστροφές, στην επικοινωνία μας με τους γύρω μας, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αξίζει τον κόπο όλος αυτός ο θυμός;

Όταν τελείωσα το γράψιμο, το βιβλίο μπήκε στο συρτάρι για αρκετό καιρό, μια κι ασχολιόμουν με την αγγλική μετάφραση του προηγούμενου μυθιστορήματός μου, της Κλεμμένης ζωής ενός εύθυμου ανθρώπου. Κι ήρθαν τον Μάρτη του 2016, δύο ολόκληρα χρόνια αφού είχα τελειώσει το συγκεκριμένο βιβλίο, οι άτυχες τρομοκρατικές επιθέσεις στο αεροδρόμιο και στο μετρό των Βρυξελλών (όπου για καλή μου τύχη έχασα τη συγκεκριμένη έκρηξη για 4 λεπτά!). Που με έκαναν να αφιερώσω το βιβλίο αυτό όχι μόνο στα τραγικά θύματα των απανταχού τρομοκρατικών επιθέσεων, αλλά και στις χαμένες ψυχές των ίδιων των τρομοκρατών, που δυστυχώς στις μέρες μας φαίνονται μόνο ν’ αυξάνονται. Γιατί κανένας δεν νομίζω ότι γεννιέται τρομοκράτης, κανένας δεν γεννιέται δολοφόνος. Τρομοκράτης γίνεται κάποιος κι υπάρχουν πολλοί λόγοι που μπορούν να συμβάλουν σ’ αυτό. Κι ο φόβος για τον θάνατο, η ανασφάλεια για τη ζωή, ο αγώνας κι η αμφιβολία για την επιβίωση, καθώς κι ο απύθμενος, αχαλίνωτος, ανεξέλεγκτος θυμός, είναι σίγουρα μερικοί από αυτούς τους λόγους.

 

Η επόμενη στάση
Δημήτρης Πολίτης
Ίαμβος
462 σελ.
ISBN 978-618-5119-43-0
Τιμή €13,90
001 patakis eshop

 

 

πηγή : diastixo.gr