Λογοτεχνικά κείμενα-«Tiny tiny cups» της Εύας Μαθιουδάκη

2016-09-08 15:27
«Tiny tiny cups» της Εύας Μαθιουδάκη


Η πόρτα του παλιού σπιτιού είχε ανοίξει διάπλατα, αφήνοντας να φωτιστεί ο μακρύς διάδρομος ‒ εργάτες και κουρνιαχτός.

Α, ώστ’ έτσι λοιπόν, το αναπαλαίωναν το σπίτι, κι η καρδιά της πήγε στη θέση της. Μικρό παλιό σπίτι, ούτε να ζήσει χαρακτηρισμένο ως νεοκλασικό ούτε να πεθάνει ως μεζονέτα.

«Σιγά σιγά θα προχωρούν όλα, τα οικονομικά είναι περιορισμένα», της είπε ο νέος ιδιοκτήτης όταν εκείνη έβαλε μια φωνή και βγήκε φουριόζος στην είσοδο.

Άλλη μια τρελή της γειτονιάς, σκέφτηκε στην αρχή, που θα ρωτούσε αν υπάρχει άδεια αντικατάστασης της στέγης ή θα του έκανε τη γνωστή παρατήρηση περί κοινής ησυχίας. Εκείνη όμως τον αγκάλιασε χαμογελαστή, τον καλωσόρισε, σαν να ήταν γνωστοί από καιρό, από πάντα.

Τα τρία σκαλιά σκονισμένα, και στη γωνιά, κάτω από μια αμφιταλαντευόμενη μεταξύ άνθους και πένθους γλυσίνα, πεταμένα άδεια πακέτα τσιγάρα και σελοφάν από φραπέ του περιπτέρου.

«Μου είχε μιλήσει λίγο ο πατέρας σου για σένα», του είπε, «αλλά δεν είχαμε γνωριστεί. Μπράβο που τ’ αποφάσισες! Όταν φτάσεις στα λουλούδια, φώναξέ με για βοήθεια. Και τ’ όνομά σου;».
«Ρωμαίος».
«Και σε φωνάζουν έτσι;».
«Ακριβώς!».

Χαμογέλασε κι έριξε μια ματιά στα μπάζα και σ’ ένα σιντριβανάκι κήπου.

Ναι, πώς αλλιώς θα ονόμαζε το μοναχοπαίδι του εκείνος ο μοναδικός, ο ντελικάτος γιατρός, ο Παπαπαναγόπουλος με τ’ όνομα. Το αγόρι διατηρούσε κάτι από το αφηρημένο ύφος του, και οι μακριές του μπούκλες στον ίδιο αδιόρατο κυματισμό με το μακρύ, περιποιημένο μουστάκι του γιατρού.

Την είχε καλέσει μια μέρα σπίτι του, τελειόφοιτη φοιτήτρια εκείνη, συνταξιούχος γιατρός εκείνος, εν ενεργεία ακόμη.

«Θα φτιάξω ένα τσάι, έβαλε κρύο σήμερα».

Και είχε μπει στο μικρό σαλονάκι με τις δυο σκαλιστές πολυθρονίτσες και το στρογγυλό τραπεζάκι, μονοπόδαρο κι ελαφρώς μπαταρισμένο προς τη μια πλευρά.

Τα θυμόταν ακόμη εκείνα τα μικρά, μικρούτσικα φλιτζανάκια, σαν αυτά από την προίκα της πρώτης κούκλας της, εύθραυστα και δαντελωτά, καθώς και το βλέμμα του γέρου με τα μακριά, σκελετωμένα δάχτυλα.

Ναι, πώς αλλιώς θα ονόμαζε το φως των ματιών του ο γιατρός;

Αλλά πριν προλάβει να μαζέψει τις σκέψεις της, τα ίδια μακριά δάχτυλα καλούσαν στο κινητό έναν έρωτα που είχε ήδη φτάσει στο στομάχι.

«Τυρόπιτες θα πάρεις εσύ ή να πεταχτώ εγώ;».

Και κάνα μήνα μετά, η γλυσίνα κομμένη, ξερή στο πεζοδρόμιο.

«Ενοχλούσε τις σκαλωσιές».

Τελικά αυτοί οι τριαντάρηδες είναι πολύ down to earth, ή μήπως εκείνη, φτάνοντας στην κορυφή του λόφου, είχε ήδη αρχίσει να παίρνει την κατηφόρα;

Η Εύα M. Μαθιουδάκη γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στην Αθήνα και στο Αμβούργο. Το Δεκέμβριο του 2014 δημοσιεύτηκε η πρώτη της νουβέλα Αυτός ο ένας, ο Αρίστος από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδη.

 

Πηγή : diastixo.gr