Δημήτρης Μεσορράχης: «Το μονοπάτι της Ευγενίας»

2020-01-30 18:11

Δημήτρης Μεσορράχης: «Το μονοπάτι της Ευγενίας»

Πριν από την αναλυτική αντιμετώπιση του συγκεκριμένου μυθιστορήματος, επιθυμούμε να θέσουμε δύο ερωτήματα, τα οποία ούτε ρητορικά είναι, ούτε εύκολα απαντώνται, μια που απασχολούν το εν δυνάμει είδος του λόγου από καταβολής του: α) Είναι δυνατόν ένα λογοτεχνικό κείμενο να στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην επιστήμη και στην ερευνητική εξέλιξη (η οποία ξεκινά από την αρχιτεκτονική και φτάνει μέχρι την κατασκευή πιάνων ή το μάνατζμεντ και την προώθηση των έργων τέχνης;) χωρίς να υποπίπτει σε ένα αναφορικό στάτους, σχεδόν κεκλεισμένων των θυρών; και β) Είναι δυνατόν ένα έργο το οποίο στερείται παντελώς δημιουργικού συναισθήματος (αρχίζοντας από την προσωπικότητα της ηρωίδας και φτάνοντας έως τους τελείως αντιερωτικούς συντρόφους της, αλλά και συνεργάτες της) να μπορεί να λειτουργήσει με όρια τέχνης, σε πλαίσια πεζογραφίας, εντός συνιστωσών οι οποίες και περικλείουν τέτοια στοιχεία, που να προκαλούν αν όχι χειμαρρώδη δάκρυα τουλάχιστον συγκίνηση; Γιατί εδώ, στο Μονοπάτι της Ευγενίας (λεωφόρο θα το χαρακτήριζα με τόσες μεταβολές που δρομολογούνται στον εργασιακό της βίο) έχουμε την ιστορία μιας γυναίκας, η οποία παράλληλα με τις σπουδές της στην Αρχιτεκτονική, στο ΑΠΘ, κάνει όχι τόσο για βιοποριστικούς λόγους αλλά προς κατάκτηση εμπειρίας, τα πιο αλλοπρόσαλλα επαγγέλματα: από πιανίστας σε ξενοδοχείο μέχρι μοντέλο προς φωτογράφιση, από οδηγός λιμουζίνας για γάμους μέχρι επαγγελματίας οδηγός σε αγώνες ταχύτητας και από αρχιτέκτονας, έμπορος πιάνων και συλλέκτης του παγκόσμιου πολιτισμού, το οποίο και αξιολογείται ανάλογα. Η γυναίκα αυτή λοιπόν, η Ευγενία, εντελώς αντιερωτική, εντελώς εκτός συναισθηματικών πεδίων, ουσιαστικά δεν έχει ανάγκη κανενός αρσενικού στην πλάτη της, ενώ στις ελάχιστες στιγμές που το βιβλίο κάνει λόγο για κάποια σχέση, στην ουσία αποφεύγει (όχι φυσικά να περιγράψει εκτενώς τη σεξουαλική πράξη) ακόμη και την παραμικρή νύξη, έτσι ώστε ερωτικά, τους πρωταγωνιστές απλώς να τους υποπτευόμαστε. Η Ευγενία αποτελεί το γυναικείο πρότυπο μιας μεταμοντέρνας εκδοχής, όχι μόνο για την τέχνη αλλά και για την κοινωνία, καθώς ελεύθερη, ανεξάρτητη, χωρίς οικονομικές δεσμεύσεις, χωρίς άγχη επιβίωσης, ουσιαστικά ζει μια ζωή που παρά τις πλούσιες περγαμηνές της δεν διαλέγει το σύνολο του ασθενούς φύλου, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και διεθνώς, αφού από μια τέτοια διαδικασία ζωής δεν λείπουν φυσικά οι γνωριμίες, τα ταξίδια, οι δημόσιες σχέσεις, το χρήμα, τα ξενοδοχεία, οι πισίνες και τα τεράστια συνεδριακά κέντρα, όπως επίσης και οι υπαίθριες αγορές, όπου σφυρηλατούνται όχι μόνο η φιλοσοφία της τέχνης αλλά η φιλοσοφία εν γένει.

 

 

Παρά τις όποιες μας αντιδράσεις απέναντι στη λογική που ένα βιβλίο όπως το Μονοπάτι της Ευγενίας προβάλλει, το έργο έπρεπε να ολοκληρωθεί για δύο (τουλάχιστον) λόγους. Κατ’ αρχάς, για να επιδείξει την τεράστια άνοδο των γυναικών στο κοινωνικό επίπεδο, για την ενασχόλησή τους με την επιχειρηματικότητα, για την οικονομική τους ανεξαρτησία, η οποία και τους δίνει τη δυνατότητα να κάνουν και να πραγματοποιούν τα πιο παράτολμα όνειρά τους, την ευχέρειά τους στο ερωτικό στίγμα, τέλος την –όσο και αν πολλοί εξακολουθούν να μην τη βλέπουν– ισονομία τους με τους άντρες σχεδόν παντού (χώρια που πολλές φορές τα καταφέρνουν καλύτερα, ακόμη και στην πεζογραφία). Οι γυναίκες πια είναι ισότιμες σε όλους τους χώρους, διαθέτουν επιχειρήσεις, κάνουν υπερατλαντικά ταξίδια για να κλείσουν δουλειές, διοικούν υφισταμένους, διαλέγουν ερωτικούς συντρόφους, τέλος, έχουν αποκτήσει την αυτονομία τους, σε σημείο που να τις κάνει απρόβλεπτες και συναρπαστικές. Ο δεύτερος λόγος (εντελώς αντίθετος, πάντως υπολογίσιμος) είναι ότι πλέον οι γυναίκες για τις οποίες ο Μεσορράχης ενδιαφέρεται, καταντούν νομοτελειακά στεγνές, αποξηραμένες, μοναχικές, απομονωμένες σε μια μοναξιά που κανένα event δεν μπορεί να τις απορροφήσει, γίνονται ερωτικά μασίφ αποκρούοντας την τέλεια ζεστασιά που μια ερωτική σχέση μπορεί να προσφέρει και, επιπλέον, τις περισσότερες φορές αποφασίζουν να κάνουν τη ζωή τους, χωρίς να έχουν τις ελάχιστες από τις ανάγκες που γυναίκες χαμηλότερων κοινωνικών και οικονομικών πλαισίων επιθυμούν ή διαθέτουν, κάτι που παλιότερα ειδικεύονταν σε αυτό οι άντρες. Δυο εκ διαμέτρου απευθείας λοιπόν δοξασίες, χωρίς να παίρνει το ρίσκο να αποδεχθεί τη μία την άλλη, παραθέτει σε ένα βιβλίο ο νεότατος πεζογράφος Δημήτρης Μεσορράχης, θέτοντας ζητήματα και προβλήματα προς λύση σε έναν αναγνώστη ο οποίος είναι πολύ υποψιασμένος για να τον ανακαλύψει, έτσι ώστε η δυναμική και άκρως επιστημονική χροιά τους να συνεχίζεται και μετά τη λήξη της ανάγνωσης, η οποία όντως θεωρητική προσφέρει άπειρο υλικό προς διαλεύκανση. Όπως το θέμα των κανόνων και της τυχαιότητας, όπως το ζήτημα του οικογενειακού περιβάλλοντος και της ανάπτυξης εν γένει, όπως η κατοχή γνώσεων που σπρώχνει πάντα προς κάτι το πρωτοποριακό για πώληση ή αγορά, όπως η πορεία από το πιάνο στο ξενοδοχείο της συμπρωτεύουσας, στα μεγαλύτερα φόρουμ της Αμερικής, στη Νέα Υόρκη και το Σικάγο.

Με το δεύτερο βιβλίο του, ο νεότατος πεζογράφος Δημήτρης Μεσορράχης πιστοποιεί πως το μέλλον θα είναι ευοίωνο.

Με το δεύτερο βιβλίο του, ο νεότατος πεζογράφος Δημήτρης Μεσορράχης πιστοποιεί πως το μέλλον θα είναι ευοίωνο. Καθώς ένα έργο δομικά άψογο και γλωσσικά υπερπλήρες, ατμοσφαιρικά ουδέτερο και υφολογικά απρόσμενο, επιτυγχάνει ένα αποτέλεσμα, το οποίο (όπως είπαμε) μάλλον προβληματίζει, μάλλον θέτει θέματα προς εντρύφηση (από τα μυστικά της αρχιτεκτονικής έως εκείνα για την παραγωγή ενός αξιόλογου μοντέρνου πιάνου) παρά συγκινεί (κάτι που ασφαλώς δεν είναι στις προθέσεις του, προκειμένου να κάνει εμφανές το σημερινό προφίλ της σύγχρονης γυναίκας και δη της επιστημόνισσας και της επιχειρηματία). Άρα να μια ακόμη νέα πρόταση, να μια καινούργια προσέγγιση πάνω στο γυναικείο φύλο, να μια επισήμανση που ναι μεν είναι γνωστή σε όλους μας, είναι άλλο όμως να τη βλέπεις με τη μορφή της πεζογραφίας, να μια διορατική ματιά πάνω στις γυναίκες από έναν άνδρα καλλιτέχνη, ο οποίος όπως φαίνεται τις γνωρίζει καλά (φυσικά, δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που γίνεται ψυχανάλυση του ενός φύλου από κάποιον του αντίθετου). Με όλα αυτά λοιπόν, την αναζήτηση, την αξιοπρέπεια, τον σεβασμό, την απελευθέρωση, την ανεξαρτησία και τη συνέπεια που ένα βιβλίο (που στόχο έχει να πλησιάσει όσο το δυνατόν πληρέστερα μια κοινωνική φιγούρα και φυσιογνωμία) έχει καλυμμένη μπροστά μας μια δυσοίωνη κατάσταση, ενώ στο πίσω μέρος του μυαλού μας έχουμε τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, του πλανητικού πολιτισμού αλλά και των εδώ στενών και χωρικών μας πλαισίων, τα οποία και καταδεικνύουν τις αλλαγές στο ψυχόχρωμα (και εδώ δεν είναι μόνο προνόμιο των γυναικών), στη συμπεριφορά (πρωτίστως στην ερωτική), στη διαδρομή, στην πολιτική και κοινωνική ευθιξία, εν κατακλείδι, στον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τα πράγματα, όσο ανώδυνα και αν είναι, όσο εμπεριστατωμένες και αν είναι οι γνώσεις μας, όσο και αν προσπαθούμε να σταθούμε στα πόδια μας, είναι φορές λοιπόν που καταλήγει ατελέσφορος. Έτσι, με συγγραφείς όπως ο Μεσορράχης και με βιβλία όπως το Μονοπάτι της Ευγενίας μπαίνουμε ταυτόχρονα σε έναν κυκεώνα ο οποίος μπερδεύει τα βήματά μας και σε μια ρεαλιστική ματιά της σύγχρονης γυναίκας, η βαρύτητα της οποίας είναι εκ των ων ουκ dmesorrxsάνευ, ακόμη και αν διαφωνούμε κάθετα με τις επιλογές της, ή δεν μας θέλγει τόσο, ώστε να ταυτιστούμε μαζί της και να την ακολουθήσουμε σε έναν τρόπο ζωής, που ομοιάζει με φαγητό χωρίς αλάτι, με ερωτισμό χωρίς συναίσθημα, με επαγγελματική δραστηριότητα άκρως ανεπιθύμητη. Ώστε να διατηρήσουμε τα βασικά ανθρώπινα στοιχεία τα οποία μας διαφοροποιούν από τα υπόλοιπα έμβια όντα, ώστε να μην καταντήσουμε μαριονέτες στα χέρια κάποιων επιτήδειων, που κινούν τα μέλη μας χωρίς την άδειά μας και πολλές φορές χωρίς καν να το υποπτευόμαστε.

 

Το μονοπάτι της Ευγενίας
Δημήτρης Μεσορράχης
Βιβλιοπωλείον της Εστίας
174 σελ.
ISBN 978-960-05-1757-6
Τιμή €12,00
001 patakis eshop

 

 

 

πηγή : diastixo.gr