Δήμητρα Παυλάκου: «Συνοδικό» κριτική του Γιάννη Πλαχούρη

2017-05-03 08:48
Δήμητρα Παυλάκου: «Συνοδικό» κριτική του Γιάννη Πλαχούρη


Η Δήμητρα Παυλάκου δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις.  Έχει τη θέση της στα ποιητικά δρώμενα της χώρας μας, όπως εξελίσσονται τα τελευταία χρόνια. Στο μεγαλύτερο μέρος η γραφή της: 1ον εκφραστικά κινείται με μια αποδεκτή ποιητική άρθρωση (έχει καθαρό νόημα, μουσικότητα, λιτότητα στις λέξεις και στα νοήματα, κατάδειξη της ουσίας που καλύπτει την επιφάνεια κ.ά.) και 2ον θεματικά –παρόμοια με τον γνωστό τρόπο του Φιλίππου, τον πατέρα του Αλεξάνδρου, που αντικατέστησε την «καλημέρα» με την καθημερινή προτροπή: «Μέμνησο ότι άνθρωπος εί»– μας οδηγεί, μέσα από επίκαιρα συμβάντα του καιρού μας, στους πραγματικούς πόνους που πρέπει να βασανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο, αν θέλει να παραμένει Άνθρωπος.

Από την αρχή της λογοτεχνικής παρουσίας της μέχρι σήμερα, ανταποκρίνεται σταθερά σε μια αληθινή εσωτερική πραγματικότητα. Επισημαίνει, αισθάνεται,συμμετέχει στις διεργασίες του παρόντος. Το κάνει διαρκώς με θαυμαστή ηθική συνέπεια κι επιδεξιότητα,με πολλούς τρόπους και μέσα. Διαθέτει την ικανότητα και ευτυχώς δεν αφέθηκε να την αφομοιώσει η όποια ευκαιρία.

Υπηρετεί στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου και της Παιδαγωγικής Τεχνικής Σχολής της ΣΕΛΕΤΕ, κάτοχος DEA Ψυχολογίας και Παιδαγωγικών από το Πανεπιστήμιο Louis Pasteur και Doctorat d'Universite στην Κοινωνιολογία από το Πανεπιστήμιο  Ανθρωπιστικών Σπουδών του Στρασβούργου. Έχει συνεργαστεί στην παραγωγή ντοκιμαντέρ για τη φύση στη Γαλλία και στην Ελλάδα. Έχει συμμετάσχει ως σύνεδρος σε εθνικά και διεθνή συνέδρια Οικολογίας, Κοινωνιολογίας, Ψυχολογίας, Πολιτικής Επιστήμης. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και κριτικός βιβλίου σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά και δίδαξε κοινωνιολογία της εκπαίδευσης και ψυχανάλυση κι εκπαίδευση στα παιδαγωγικά τμήματα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο.

Η Δήμητρα Παυλάκου αποδομεί τις συστημικές συνήθειες ήρεμα κι απλά, γιατί δεν εκβιάζει κανέναν να συμφωνήσει μαζί της. Διηγείται αφήνοντας ίχνη για να φθάσεις στον κυρίαρχο παλμό του ποιήματος, στους χτύπους της οικουμενικής  καρδιάς, όπου λιγότερο ή περισσότερο πάλλει οπωσδήποτε και η καρδιά σου.

Θεωρώ, με αφορμή την καινούρια συλλογή ποιημάτων Συνοδικό (Αρμός), την παραπάνω αναφορά αναγκαία, για να φανεί πώς η καλλιτεχνική αγρύπνια στέκεται πάνω από το πιθανό βόλεμα, για να υπογραμμιστεί η διαφορετικότητα που δημιουργείται από την ελευθερία και την ευθύνη καθενός από μας, για να επαναλάβω ότι η παλικαριά αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο κάθε δημιουργού, ώστε και η ποίησή του «να ποιεί τι» (όπως σάρκαζε ο Μιχάλης Κατσαρός) αλλά και γενικότερα για να μπορεί το δημιούργημά του να διεκδικήσει χώρο στη ζωή του αναγνώστη. 

Το Συνοδικό (δηλαδή η περίληψη μιας σειράς διδαχών που αντιμετωπίζουν καίρια τις όποιες αιρέσεις) συντάχθηκε για να σταθεί απέναντι στον εφησυχασμό μας. Πρόκειται για ποιήματα με ανάλογες ψυχολογικές και κοινωνικές παραμέτρους.

«Τα παραμύθια / που είχα / να σας πω / εκλείπουν…», προειδοποιούν εξ αρχής τα ποιήματα, ενώ στη συνέχεια επισημαίνουν την αδιαπραγμάτευτη διαπίστωση: «πού πάτε οι φράχτες είναι παντού;» και βέβαια μας ετοιμάζουν για μια σκληρή αντιπαράθεση της ψευδαίσθησής μας με την αλήθεια, καθώς: «…το μελτέμι / μαστιγώνει πάλι / ως είθισται / τον Αύγουστο / τη μεστή ροδιά. / Πέφτουν / οι άγουροι καρποί / στο χώμα / πάλι / ψέματα / ο Αύγουστος / είχε υποσχεθεί / πως ένα ρόδι /  θ’ άφηνε κόκκινο / να σκάσει / στο κεφαλόσκαλο / την Πρωτοχρονιά».

Αφορούν μια σύγκρουση που πραγματοποιείται σε δυο επίπεδα. Ποιητή (ως πομπού) με αναγνώστη (ως δέκτη) και Ποίησης (ως πραγματικότητας) με τη Ζωή (ως μεταλλαγμένο ψέμα). Συνδέονται μεταξύ τους επειδή αφορούν σχέσεις ανθρώπων που λειτουργούν ως μέλη μιας Πολιτείας. Συνεπώς πρόκειται για πολιτική ποίηση. Την ιδιότητα ενισχύουν κι άλλα χαρακτηριστικά, όπως: ότι συγγενεύει γλωσσικά (σαφήνεια, διαύγεια, ελεύθερος στίχος, όχι επιτηδευμένη έκφραση, αναγνώσιμα σύμβολα) με τις προηγούμενες, πρώτη και δεύτερη μεταπολεμική πολιτική ποιητική γενιά («της ήττας»), ότι αντλεί θέματα από την επικαιρότητα, ότι αναπολεί αδικαίωτους αγώνες, ότι καταγγέλλει.
Δήμητρα Παυλάκου: «Συνοδικό» κριτική του Γιάννη Πλαχούρη

Θυμίζω τέτοια χαρακτηριστικά συναντιούνται σε αξιόλογους ποιητές της γενιάς της ήττας, στις πολλές περιπτώσεις που αυτοί  υπερβαίνουν «τις γραμμές» κι εντολές από τα κόμματα (αναλογιστείτε  το περίφημο ανάπηρη ελευθερία πάλι μου τάζουν), που  επεκτείνουν τα λάθη και τις παραλείψεις τους, που ξεχνούν το «σύνδρομο του επιζώντα» και μπαίνουν σε πολιτικής διάστασης υπαρξιακά ζητήματα –εκτοπίσεις, στρατόπεδα, «έκτακτα μέτρα», διχασμός, πάθη κ.τ.ό.– καθώς η «ήττα» αφορά και την ήττα του ουμανισμού στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, σύμφωνα με την πέρα για πέρα σωστή παρατήρηση του Βύρωνα Λεοντάρη. Η Δήμητρα Παυλάκου παίρνει τον δοκιμασμένο παλιό πολιτικό δρόμο πλουτίζοντάς τον με τη δική της φρεσκάδα και τις δροσερά ανανεωμένες πηγές της. Μεταθέτει το πολιτικό τοπίο, τη θεματική του και τον ποιητικό λόγο του στην εποχή μας. Αποδεικνύει ότι η πολιτική ποίηση δεν είναι εφήμερη, εφ’ όσον αναζητά τις πρωταρχικές αιτίες (συμπόνοια, αλληλεγγύη, συντροφιά κ.ά.) που έκαναν τον άνθρωπο πολίτη. Εμπιστεύεται λοιπόν την παρόμοια ποίηση. Δεν κλείνεται μέσα της είτε για να αυτοκαταστραφεί είτε για να εξομολογηθεί και να αυτοσυγχωρεθεί. Βίωσε την πραγματική πραγματικότητα και επικοινωνεί σαρκάζοντας την εικονική πραγματικότητα. Το κάνει χρησιμοποιώντας διάφορα περιστατικά, που συνέβησαν σε διαφορετικούς εξωτερικούς χρόνους.

Αυτά που μας στοιχειώνουν είναι πρόσφυγες με τα πνιγμένα παιδιά στα χέρια, «μικράγγελοι του Αιγαίου», συναλλαγματικές που εξαργυρώνουν ιδέες-περιβάλλον-μόχθους, αποκεί εκείνοι της παντοδυναμίας κι αποδώ  εμείς, αλλού εκπέσαντες «σύντροφοι» που «λιθοβόλησαν την αθωότητα», κάποιοι άλλοι «καμαρωτοί στο βήμα της Βουλής» κι άντε να δούμε τι θα σώσουν «όταν σφίξει ο χορός των Ερινύων», αν τους σφίξει, ναζί που ανασταίνονται εξαιτίας της λησμοσύνης μας, «ενοχικές σχέσεις εξαρτημένης εργασίας», ριψάσπιδες δημόσιοι λειτουργοί∙ όλα εδώ βελόνες αμείλικτες κεντούν την ψυχή μας, μεγάλα και μικρά, όλα σημαντικά∙ σημαίνει ακόμα και το σύμβολο χελωνάκι που γεννιέται στις σκιές των καμένων ασφόδελων ή ο βοσκός που κεραυνοβολημένος «χάθηκε / πυκνός υετός / και το κοπάδι / εδώ κι εκεί / διάσπαρτο / όπως τα παιδιά / στην τάξη όταν / ο δάσκαλος φύγει». Είναι γεγονότα που έχουν συμβεί. Κατά κάποιο τρόπο συντελέσθηκαν. Νομίζουμε ξεχάστηκαν. Πολλοί τα χώσαμε, για να μη μας ενοχλούν, κεφάλια στην άμμο. Επανέρχονται για να θυμίσουν ότι ως αισθήματα παραμένουν ανοικτά, ότι για την ποίηση το ηθικό τους μέρος δεν αμνηστεύεται∙ απεναντίας, μέσω της Ποίησης όχι μόνο θα τα θυμηθούμε οδυνηρά, αλλά και θα νιώσουμε τις συγκινησιακές αποχρώσεις που, τότε, βολεμένοι στον καναπέ αποφύγαμε ή πιθανότατα αμέσως ενταφιάσαμε στο πίσω μέρος του μυαλού, που λέμε.

Είναι πολιτική ποίηση, αρκετά διαφορετική από τη συνηθισμένη. Βεβαίως διεκδικεί, αναρωτιέται, συμπεραίνει. Όμως δεν δεσμεύεται ταξικά. Η σύγκρουση αφορά πλέον τον σκοπό που κινεί τα νήματα, η μάχη δίνεται μόνο για τις πνευματικές αξίες. Οι εξουσίες είναι λογιών-λογιών μορφές. Ο πολίτης δεν είναι το θύμα αλλά και ο δράστης. Η νίκη θα είναι μόνιμη με την προϋπόθεση καθένας από μας να σηκώνει την ευθύνη που του αναλογεί. Γι’ αυτό παρακάμπτονται τα δόγματα, τα οποία συνήθως καλλιεργούν αντιπαλότητες. Η ποίηση χρησιμοποιείται για να ενισχυθεί η ενότητα που συνδέει κάθε ψυχή, όταν καταφέρνει να αγωνιά, να πονά και να στοχάζεται. Το ποίημα δεν φανατίζεται από την προσπάθεια να υποτάξει οπωσδήποτε τον νου του αναγνώστη του.  Απλά τοποθετεί τη σκάλα για να εξαφανιστεί ο τοίχος. Πρόκειται για έναν τρόπο, που έρχεται ως αποτέλεσμα μεγάλης γνώσης και αδιάκριτης ευαισθησίας, που συμβαίνει σ’ έναν τόπο ανεξάντλητης τρυφερότητας. Η Δήμητρα Παυλάκου αποδομεί τις συστημικές συνήθειες ήρεμα κι απλά, γιατί δεν εκβιάζει κανέναν να συμφωνήσει μαζί της. Διηγείται αφήνοντας ίχνη για να φθάσεις στον κυρίαρχο παλμό του ποιήματος, στους χτύπους της οικουμενικής  καρδιάς, όπου λιγότερο ή περισσότερο πάλλει οπωσδήποτε και η καρδιά σου. Με μια εκπληκτική οικονομία λόγου η κάθε λέξη εξαντλεί τη σημασία της, συνηχεί τονικά και εννοιολογικά, κτίζεται γερά, δωρικά σαν ξερολιθιά, έτσι που αν έστω μία λέξη φύγει γκρεμίζει το ποίημα, ενώ κάθε λέξη από μόνη της είναι μια εικόνα, αλλά ταυτόχρονα μαζί με τις άλλες είναι μια καινούρια εικόνα, λες και ξεφυλλίζεις ένα παράξενο άλμπουμ πόνου, όχι θρήνου, επειδή ο πόνος της είναι απαλός και γόνιμος, καθώς εδώ νιώθεται από τη σωστή θέση κι απόσταση, ωφέλιμος, θα έλεγα, γιατί είναι γλυκός, άρα αποδεκτός, και γι’ αυτό γίνεται αμείλικτος και αδιαπραγμάτευτος.

Μια ποίηση απάντηση για όσους περπατούν στους καιρούς μας σαν υπνοβάτες.

 

Συνοδικό
Δήμητρα Παυλάκου
Αρμός, 2016
56 σελ.
ISBN 978-960-527-986-8
Τιμή: € 8,50

001 patakis eshop

 

 

 

πηγή : diastixo.gr